Οκτώβρης του 1935, στην φθινοπωρινή Αθήνα, σε μια δύσκολη εποχή, οι Πυροσβέστες, του νεοσύστατου Πυροσβεστικού Σώματος, εκτός από τις μάχες με τις πυρκαγιές, αντιμετωπίζουν και μια δύσκολη εργασιακή πραγματικότητα. Χαρακτηριστικό είναι το ωράριο εργασίας τους (αρχικά εργάζονται 72 ώρες και ξεκουράζονται 24, ενώ η στην βελτιωμένη έκδοσή του, το 1934, εργάζονται 48 ώρες και ξεκουράζονται 24.)
Μικροί μισθοί και το κυριότερο, σχεδόν καμία ασφαλιστική ή συνταξιοδοτική πρόβλεψη «Αβεβαιότης …αμφιβολία και πλήρης αποκαρδίωσις είχεν επικρατήσει εις τας τάξεις του προσωπικού εις ότι αφορά την εξέλιξην, το μέλλον, αλλά και την ασφάλισίν του από πάσης απόψεως… ουδεμία μέριμνα και ουδέν ευεργετικόν μέτρον λαμβάνετο με αποτέλεσμα, πλην του ότι τούτο ευρίσκετο προς ενός αβεβαίου μέλλοντος, μη γνωρίζον αν τελικά θα κατέληγεν εις τους Δήμους, στερούμενοι οιασδήποτε ασφαλίσεως και η εν γένει διαβίωσίς του εις το Σώμα να είναι αθλία», όπως σημειώνει ο Πύραρχος ε.α. Βασίλειος Ζαφειρόπουλος, στο ανέκδοτο έργο του για την Ιστορία του Π.Σ.
Στις 16 Ιουνίου ίδιου χρόνου, είχε σημειωθεί του 1935 μεγάλη πυρκαγιά σε κτίριο στην οδό Αλιπέδου στον Πειραιά. Κατά τη διάρκεια της κατάσβεσης τραυματίζονται τρεις Πυροσβέστες, εκ των οποίων ο ένας, ο Μαρινέλης Ιωάννης, σοβαρότερα με αποτέλεσμα να μείνει μένει ανάπηρος.
Ως ανίκανος για εργασία απολύεται από το Πυροσβεστικό Σώμα, χωρίς να δικαιούται ούτε σύνταξη, ούτε να έχει άλλη ασφαλιστική κάλυψη. Το άκουσμα της είδησης ξεσηκώνει το πυροσβεστικό προσωπικό της Αθήνας, το οποίο συγκεντρώθηκε στο προαύλιο της Βουλής, ξάπλωσε στα σκαλοπάτια της εισόδου και μοίραζε υπομνήματα στους βουλευτές.
Όταν ο Πρόεδρος της Βουλής, πληροφορήθηκε ότι ότι στην είσοδο υπήρχε συγκέντρωση διαμαρτυρομένων, κάλεσε την Πυροσβεστική Υπηρεσία να διαλύσει τους συγκεντρωμένους, για να πληροφορηθεί στη συνέχεια ότι οι συγκεντρωμένοι στα προπύλαια της Βουλής ήταν Πυροσβέστες και ότι οι πυροσβεστικές αντλίες παθαίνουν αφλογιστία όταν πρόκειται να καταβρέξουν πυροσβέστες, όπως σημειώνει γλαφυρά σε άρθρο του ο αείμνηστος τ. Αρχηγός Γ.Αντωνόπουλος.
Οι επόμενες στιγμές χαρακτηρίζονται από μεγάλη αναταραχή και ρίχνεται η σκέψη για την πραγματοποίηση απεργίας, την οποία οι ψυχραιμότεροι, λόγω των κινδύνων στοχοποίησης του κλάδου αλλά και των τυχόν ευθυνών, σε περίπτωση ύπαρξης συμβάντος, ματαιώνουν και προκρίνουν μια πρωτοποριακή για την εποχή, την ΑΠΕΡΓΙΑ ΠΕΙΝΑΣ.
Ο αντίκτυπος της πράξης σημαντικός. Η εφημερίδα Ακρόπολις σε δημοσίευμα στις 30-10-1935 έγραφε: «Παράλειψις της ικανοποιήσεως των δικαίων αιτημάτων μιας συμπαθούς, τόσο χρησίμου και απαραιτήτου τάξεως βιοπαλαιστών, των ανδρών του Πυροσβεστικού Σώματος, οδήγησεν αυτούς εις την κήρυξιν απεργίας πείνης. Από χθες οι Πυροσβέσται έχουν κηρύξει απεργίαν πείνης και αρνούνται να λάβουν τροφήν, διότι δικαιώτατα αιτήματά των δεν έχουν ικανοποιηθεί. Και να σκέπτεται κανείς ότι πρόκειται περί ανθρώπων οι οποίοι υφίστανται τα μαρτύρια της συνεχούς επιφυλακής επί 48 και πολλάκις 72 ώρες, περί ανθρώπων την σκληρότητα της εργασίας των οποίων όλοι αντιλαμβανόμεθα. Οι Πυροσβέσται αδικούμενοι κατέφυγον εις την απεργίαν πείνης χωρίς να αρνούνται να προσφέρουν τας υπηρεσίας των. Είναι μια εκδήλωσις διαμαρτυρίας, η οποία θέλουμε να ελπίζουμε ότι θα συγκινήση.»
Το πιο χαρακτηριστικό δημοσίευμα είναι αυτό της εφημερίδας «Αθηναικά Νέα» όπου στην στήλη του «Αριστοφάνους» δημοσιεύει την είδηση σε έμμετρα σατυρικά τετράστιχα:
Οι πυροσβέσται χθές το βράδυ εξ απίνης
Εκήρυξαν και απεργία πείνης. Και είπαν.
Την Υπηρεσία δεν αφήνουμε Αλλ όμως ούτε τρώμε ούτε πίνουμε.
Θέλουμε τώρα λύσι εκβιαστική. Και όχι δια των μέσων των πλαγίων.
Πέντε χρόνια ανέρχονται την κλίμακα την Πυροσβεστική Αλλά ουδέποτε τας κλίμακας των Υπουργείων.
Η λύσις να μη μείνη στα χαρτιά Και οι αρμόδιοι απλώς να καμαρώνουν…
Υποστηρίζουν δε ζήτημα των με φωτιά Και ως Πυροσβέσται ανάβουν και κορώνουν…
Και αν συλλαλητήριο σκαρώσουν ξαφνικά Δια΄να επιβιώσουν αυτή τη λύση
Ποιος θ ανέλθη στις αντλίες βιαστικά Για να τους διαλύση;
Μελέτησα το ζήτημα και από τη μια μεριά
Και από την άλλη και εσκέφθην λέγων
Οι Πυροσβέσται αντί να σβήσουνε, άναψαν πυρκαγιά Και είναι το ζητημάτων φλέγον.
Λίγες μέρες αργότερα στις 23 Νοεμβρίου, με την ανάληψη των καθηκόντων του, ο πρώτος Αρχηγός του Π.Σ. ο Συνταγματάρχης ε.α. Π. Καραπατέας, με απόφασή του βελτιώνει αισθητά το ωράριο εργασίας καθιερώνοντας την 24ωρη υπηρεσία, δηλαδή 24 ώρες εργασία και 24 ώρες ανάπαυση.
Το ασφαλιστικό όμως και συνταξιοδοτικό θα περάσουν ακόμα πολλά χρόνια μέχρι να βρεθεί λύση. Η πρώτη θετική αλλαγή θα έρθει πέντε χρόνια μετά, μεσούσης του πολέμου, όπου με τις διατάξεις του Α. Ν. 2665/1940, περιλαμβάνεται και το πυροσβεστικό προσωπικό που χάνει τη ζωή του εξαιτίας πολεμικών γεγονότων, στην ρύθμιση να χορηγείται ολόκληρη η σύνταξη στην οικογένεια του θανόντος. Με τον ίδιο νόμο χορηγείται σύνταξη και στον τραυματισθέντα Πυροσβέστη που θα κριθεί ανίκανος για την υπηρεσία. Η επόμενη θετική ρύθμιση θα έρθει με τον Ν.340/1943 με τον οποίον καταργείται το Ταμείο Π.Υ. και προβλέπεται ότι όλες οι πάσης φύσεως δαπάνες της Π.Υ. βαρύνουν το δημόσιο, ενώ καθορίζεται ότι πλέον οι πυροσβεστικοί υπάλληλοι συνταξιοδοτούνται από το Δημόσιο, όπως και οι υπόλοιποι ένστολοι.