Ο YMNΟΣ ΤΟΥ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΟΥ

 
Του Αντιστρατήγου  Π.Σ. ε.α. Γιάννη Σταμούλη

Ανάμεσα στα πολύτιμα αντικείμενα που βρήκαν πλέον την ασφαλή τους θέση από τη καταστροφή του χρόνου, στο Πυροσβεστικό Μουσείο, είναι και μερικά δισκάκια  βινυλίου 45 στροφών με το εμβατήριο του «Ύμνου του  Πυροσβέστου»

Τους στίχους του εμβατηρίου έγραψε το 1970,  ο  τότε Υπαρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος, ταξίαρχος Δήμας Ανδρόνικος και το ποίημα το βρίσκουμε για πρώτη φορά   δημοσιευμένο στις σελίδες του πρώτου τεύχους του περιοδικού «Ματιές στις φωτιές» Δεκέμβριος του 1970.

Τη μουσική του ύμνου συνέθεσε ο  Διευθυντής του Στρατιωτικού Μουσικού Σώματος, Ταγματάρχης Ν. Δραγατάκης.

Στην « Ά όψη» του δίσκου  ακούγεται ο ύμνος σε χορωδιακή εκτέλεση, από την χορωδία του Φ. Αλέπορου, ενώ στην «Β΄όψη» του δίσκου ακούγεται  η μουσική του εκτέλεση, από την Στρατιωτική Μπάντα της Α.Σ.Δ.Ε.Ν. υπό την διεύθυνση του Ταγματάρχου Δ.Παπανικολάου.


Η μουσική παρτιτούρα του Ύμνου
Ο συγγραφέας του ύμνου, Ανδρόνικος Δήμας, ήταν αξιωματικός του Πεζικού, αποστρατεύθηκε από το στράτευμα με το βαθμό του Ταξιάρχου και το 1969 διορίστηκε στο Πυροσβεστικό Σώμα με το βαθμό του Αρχιπυράρχου- Υπαρχηγού. Το 1970 επιλέχθηκε από το Α.Σ.Ε.Α. ως Αρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος, θέση στην οποία και παρέμεινε μέχρι τον Μάρτιο του 1974, οπότε και αποστρατεύτηκε κατόπιν αιτήσεως του.



ΥΜΝΟΣ ΤΟΥ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΟΥ

Τι τιμή στον Πυροσβέστη που φοράει τη στολή

να εκτελέσ’ υπερηφάνως μια ψηλή αποστολή

Με τη μάσκα και το κράνος, τον αυλό και το λυχνάρι

Το βαρύ του έργο αρχίζει της φωτιάς το παλλικάρι

Αψηφεί τα πάντα όλα, τις φωτιές και τα συντρίμια

μ’ένα πόθο, τη θυσία στην πατρίδα μας την τίμια

Δεν λυγίζει, ούτε φοβάται απ’ τη φύση και τη λάβα

Και διαρκώς μονολογάει «Πυροσβέστη εμπρός σου τράβα»

Ρίχνεται μέσα στη λάβα και παλεύει με το χάρο

Στους ανθρώπους να χαρίσει τ’απολυτρωμού το φάρο

Όλα γύρω του μουγκρίζουν και τα πάντα λαμπαδιάζουν

Και στην πύρινη τη μάχη τα κορμιά τους αραδιάζουν

Ανεβαίνει εις τα ύψη κι εισχωρεί μέσα στα βάθη

και επάνω στο καθήκον κάποιος μαχητής εχάθη

Κι ο αφανής κατέθεσε καρδιά, ψυχή και σώμα

με δόξα τον εσκέπασε το πύρινο το χώμα

Και ξεψυχώντας σέρνεται κι’ ανάλαφρ’ ησυχάζει

«να ζήση η Ελλάδα μας» υπόκωφα φωνάζει

«Γεια χαρά σου Πυροσβέστη, γειά χαρά και συ ζωή

για το τίμιο μου καθήκον δίνω τη στερνή πνοή»

«Με την πίστη στην Ελλάδα και του Έθνους τη λαμπάδα

θα κρατώ κατ’ απ’ το χώμα της πατρίδας μου τη δάδα»

« Στους παραπάνω στίχους  έχει διατηρηθεί η ορθογραφία από την πρώτη του έκδοση στο περιοδικό ¨Ματιές στις φωτιές¨ του Δεκεμβρίου του 1970.