Aυτός ο περήφανος τόπος γέννησε αδούλωτους Έλληνες

Ανεβαίνοντας το ελατόσκεπο βουνό της Οίτης, στην καρδιά της Ρούμελης, το νιώθεις να ορθώνεται περήφανο, αγέρωχο στο υγρό τοπίο.
Το πολύτιμο οξυγόνο αψύ, παγωμένο σου γεμίζει τα πλεμόνια σου, σε κάνει να συναισθάνεσαι ότι η φύση είναι κυρίαρχη εδώ, σε παρατηρεί αυστηρά, δεσπόζει ακλόνητη και περήφανη για τα κάλη της.

Διαβαίνοντας την είσοδο της Παύλιανης, στα υψηλά του βουνού, το έλατο, αρχίζει να πυκνώνει και οι σχηματισμοί του και τα χρώματά του φτιάχνουν τεχνουργήματα, καδραρισμένα στην οπτική, που δεν χορταίνει να φωτογραφίζει με το νου.

Ρωμαλέα δέντρα, νερά που κυλούν ορμητικά, ο καιρός βαρύς τραχύς, όπως αρμόζει στα τρανά τους μεγέθη.
Και ανάμεσα σε αυτό απείραχτο τοπίο που η φύση κάνει αέναα τον κύκλο τους, μικρά χωριά σκαρφαλωμένα, τρυπωμένα στα σωθικά στον όγκο των Βαρδουσίων.
 Φτιαγμένα από ανθρώπους που σεβάστηκαν σχεδόν αγιωτικά, το χώρο, κουβαλήσαν την πέτρα την πελέκήσαν και ξεκίνησαν τον αγώνα του μόχθου, πάλεψαν για να κερδίσουν τον επιούσιο.

 Ένα με αυτή την περήφανη γη, την λάτρεψαν, την ένιωσαν κομμάτι τους, όπως και αυτή τους έσφιξε στον κόρφο της και τους έδωσε πίσω τα χρειαζούμενα για να ζήσουν τις φαμέλιες τους. Άνθρωποι του βουνού, σκληρά δουλεμένοι που μάθαν να ακούνε τη μελωδία του αέρα, τα θροίσματα των ψηλών βουνών να αντιλαλούν στον ορίζοντα, μάθαν να ρολοβάνε τις πλαγιές και όταν η περίσταση το καλεί, να ρίχνουν γυροβολιές , με ρυθμούς λεβέντικους και περήφανους.

Αυτή η γη ή τραχιά και περήφανη γέννησε φτωχούς ανθρώπους, μα μαθημένους να ανασαίνουν ελεύθερα και να υποτάσσονται μόνο στη μάνα γη και τα τρανά βουνά της. Σε ένα από αυτά τα σκαρφαλωμένα χωριουδάκια στην Ανω Μουσουνίτσα, ο διαβάτης αντικρίζει την προτομή του Αθανάσιου Διάκου, ενός από τα λιοντάρια του 21, που γεννήθηκαν σε αυτά τα χώματα.



Σηκώνοντας τα μάτια σου από την προτομή, αντικρίζεις τις ελατοδασωμένες κορφές, σχεδόν σε ίδιο ύψος με τον αγωνιστή.

Λες και χαμηλώνουν λίγο για να μην αφήσουν να ξεπερνιούνται σε ύψος από το τρανό ανάστημα, ενός από τους τόσους φτωχούς και μικρούς Έλληνες που δεν μπόρεσαν να ξεμάθουν να ανασαίνουν λεύτερα και δεν μπόρεσαν να συνηθίσουν την ιδέα ότι τούτα τα μέρη μπορεί να τα διαφεντεύει άλλος, εξόν από αυτούς που γεννήθηκαν και θρέφηκαν εδώ.
Αυτή η περήφανη ορεινή γη, σκληρή, αλλά πανέμορφη, εξακολουθεί να σε δροσίζει, να σε αγκαλιάζει να σε εμπνέει και το κυριότερο να σου θυμίζει ότι η πατρίδα σου δεν μπορεί να είναι ούτε χρεόγραφα, ούτε αριθμολάγνες συμφωνίες, ούτε μελλούμενα ισολογιστικά πλεονάσματα.



Η πατρίδα μας είναι αυτή που δεν θέλει ούτε δάνεια, ούτε μνημόνια, ούτε επιτηρήσεις. Είναι η ίδια η φτωχή και περήφανη πατρίδα, που γένναγε κα μεγάλωνε φτωχούς και περήφανους Έλληνες που ροβολούσαν τις πλαγιές, και στέλναν στον αγύριστο κατακτητές και γενίτσαρους.

Μικροί και περήφανοι άνθρωποι, Έλληνες που αφήναν και τη ζωή τους χάρισμα και λίπασμα των τρανών δέντρων της λευτεριάς, της αξιοπρέπειας και του δικαιώματος να ανασαίνεις λεύτερα και να αγναντεύεις και να χαίρεσαι τον μικρό, φτωχό, αλλά δικό σου τόπο.